αφροασιατικός

αφροασιατικός
-ή, -ό
βλ. αφρικανοασιατικός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αφρικανοασιατικός — και αφροασιατικός, ή, ό ο σχετικός με τους Αφροασιάτες, τους λαούς δηλ. της Αφρικής και της Ασίας, που πρόσφατα απαλλάχθηκαν από τα αποικιακά καθεστώτα και αντιμετωπίζουν όμοια προβλήματα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”